Αναδρομή στους Philadelphia 76ers της σεζόν 1982-83.
Μια ακόμη αναδρομή θα πραγματοποιήσουμε στις επόμενες γραμμές, γυρνώντας πίσω στην σεζόν 1982-83, ούτως ώστε να αναφερθούμε στα επιτεύγματα μιας σπουδαίας ομάδας. Ο λόγος για τους Philadelphia 76ers, οι οποίοι εκείνη την χρονιά κατόρθωσαν να σπάσουν το δίπολο της δυναστείας των Lakers και Celtics, κερδίζοντας το τρίτο πρωτάθλημα στην ιστορία του οργανισμού. Έκτοτε οι Sixers δεν έχουν καταφέρει να σημειώσουν κάποια ανάλογη επιτυχία.
Ο άτυπος τίτλος για την κορυφαία ομάδα που παρουσίασε ποτέ ο οργανισμός της Φιλαδέλφεια διεκδικείται από τους 76ers του '83 και τους αντίστοιχους του '67. Αμφότερες οι δύο ομάδες αναδείχθηκαν πρωταθλήτριες, θέτοντας μια παύση σε κάποιες ηχηρές δυναστείες και διέθεταν κάποια ιερά τέρατα του αθλήματος. Από την μια, Wilt Chamberlain και από την άλλη, Julius Εrving και Moses Malone! Η επιλογή αναμφίβολα είναι δύσκολη και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ακλόνητη ή τελεσίδικη. Οι 76ers του '83 φαίνεται να κερδίζουν στο νήμα αυτή την ανεπίσημη μάχη, καθώς συνάντησαν υψηλότερο ανταγωνισμό και υπερκέρασαν με χαρακτηριστική ευκολία όλα τα εμπόδια που συνάντησαν στον δρόμο για το τρόπαιο κατά τα playoffs. Μπορεί να μην είναι τόσο βέβαιο το εάν εκείνοι οι Sixers είναι οι καλύτεροι όλων των εποχών, αλλά αυτό που είναι παραδεχτό είναι το ότι αυτή η ομάδα αποτελεί μια από τις κορυφαίες στην ιστορία του NBA.
Τα χρόνια που έφταναν στην πηγή δίχως να πίνουν νερό...
Πριν την έναρξη εκείνης της ιστορικής σεζόν, οι Sixers συγκαταλεγόντουσαν ήδη στην αφρόκρεμα της λίγκας και έχαιραν τον σεβασμό όλων. Πάντα, όμως, αδυνατούσαν να διασφαλίσουν την θετική για τους ίδιους έκβαση των καθοριστικών σειρών στα playoffs. Κάθε χρονιά καλλιεργούσαν δικαίως κάποιες βάσιμες και υψηλές προσδοκίες, των όποιων όμως δεν παρουσιάζονταν αντάξιοι κατά τις ύστατες και πιο κρίσιμες στιγμές. Εκπληκτικά σταθεροί και συνεπείς κατά την κανονική περίοδο... Τρομερά αναποτελεσματικοί κατά την post-season... Κάπως έτσι είχαν εισπράξει το στίγμα των loosers.
Το 1980 έφτασαν στους τελικούς, για να χάσουν το πρωτάθλημα σε έξι παιχνίδια από τους «Λιμνάνθρωπους». Το 1981 αποκλείστηκαν από τους «Κέλτες» στους τελικούς της Ανατολής σε επτά ματς. Την αμέσως επόμενη χρονιά πήραν εκδίκηση πετώντας εκτός συνέχειας τους Celtics στους τελικούς της Ανατολής σε επτά παιχνίδια. Τότε ανάγκασαν τους οπαδούς της Βοστώνης να φωνάζουν "Beat L.A., Beat L.A." μέσα στο "Boston Garden", όταν το αποτέλεσμα της σειράς είχε κριθεί. Η έκδηλη, όμως, αυτή επιθυμία των φίλων των Celtics δεν έμελλε να πραγματωθεί, καθώς στους τελικούς οι Sixers έχασαν το τρόπαιο σε έξι αναμετρήσεις.
«Δεν πιστεύω πως η Φιλαδέλφεια έχασε το πρωτάθλημα. Η Φιλαδέλφεια δεν είχε κάποιο πρωτάθλημα. Δεν γίνεται να χάσεις κάτι το οποίο δεν έχεις» δήλωσε ο Julius Erving, κατά κόσμον Dr. J, για εκείνον τον έναν ακόμη χαμένο τελικό. Συμπλήρωσε λέγοντας πως η ομάδα χρειάζονταν έναν παίκτη που θα μπορούσε να αγωνίζεται για 38 και 40 λεπτά ανά παιχνίδι, όντας παραγωγικός, ούτως ώστε η ομάδα να υλοποιήσει το κάτι παραπάνω κατά την επόμενη σεζόν. Αυτό ακριβώς συνέβη και η αγωνιστική περίοδος που ακολούθησε ήταν αδιαμφισβήτητα η χρονιά τους.
Η καταλυτική προσθήκη στο ήδη εκρηκτικό μείγμα
Οι 76ers κατά την προηγούμενη κανονική περίοδο είχαν σημειώσει 58 νίκες και είχαν βρεθεί μόλις δύο νίκες μακρυά από το δαχτυλίδι. Είχαν -κατά πολλούς- φτάσει το ταβάνι τους. Την επόμενη χρόνια, όμως, έγιναν ακόμη καλύτεροι, καθώς κατά την off-season έφεραν στην Φιλαδέλφεια τον MVP της λίγκας, Moses Malone, από τους Houston Rockets -ως ελεύθερο. Ο Malone ήταν ένας από τους super-stars της εποχής και αποτελεί έναν από τους καλύτερους ψηλούς της ιστορίας. Ο centre από την Virginia -και Hall-of-Famer από το 2001- μόλις πριν δύο χρόνια είχε οδηγήσει τους μέτριους Rockets έως και τους τελικούς της λίγκας (!), όπου και λύγισαν από τους Celtics (1981). Ο δύο φορές MVP μέχρι τότε (1979, 1982) ήρθε στην Πενσιλβανία στο prime του (27 χρονών) και ξεκίνησε να συνεισφέρει καταλυτικά από την πρώτη κιόλας μέρα. Έγινε το τελευταίο κομμάτι που συμπλήρωσε το παζλ και άλλαξε δραστικά την πορεία της ομάδας. Οι βλέψεις των οπαδών για εκείνον και την ομάδα ήταν μεγάλες από το πρώτο jump-ball της σεζόν και δεν αποδείχθηκαν σε κανένα σημείο φρούδες ελπίδες.
Οι Malone και Dr. J. εξελίχθηκαν σε ένα από τα πιο επιβλητικά δίδυμα στην ιστορία της λίγκας. Ο Erving τότε θεωρητικά είχε τα καλύτερα μπασκετικά του χρόνια πίσω του, αφού είχε κλείσει τα 32 του. Εξακολουθούσε, όμως, να παραμένει ένας από τους καλύτερους small-forwads στην λίγκα. Ήταν ο δεύτερος σκόρερ των Sixers με 21.4 πόντους ανά παιχνίδι (σουτάροντας με 51.7% FG), ενώ μετρούσε 6.8 ριμπάουντ και 3.7 ασίστ το ματς. Πρώτος σε πόντους και ριμπάουντ για τους 76ers ήταν ο νεοαφιχθείς Malone, ο οποίος είχε κατά μέσο όρο double-double με 24.5 πόντους και 15.3 ριμπάουντ το παιχνίδι (πρώτος σε ολόκληρο το πρωτάθλημα!), σουτάροντας με 50% ποσοστό ευστοχίας (FG%), ενώ είχε και δυο τάπες ανά αγώνα. Ο Moses συμπεριληφθεί στην καλύτερη αμυντική ομάδα της χρονιάς και κέρδισε ξανά για δεύτερη χρονιά στην σειρά το βραβείο του MVP. Μέχρι και σήμερα αποτελεί τον μοναδικό παίκτη που κατάφερε ποτέ να ανακηρυχθεί σε δύο απανωτές χρονιές ο πολυτιμότερος παίκτης του πρωταθλήματος με δύο διαφορετικές ομάδες.
Ο «Γιατρός» και το ικανότατο επιτελείο του
Το οπλοστάσιο, που ο coach Billy Counnigham είχε την τύχη να διαχειρίζεται, ήταν ισχυρό και ανεξάντλητο, καθώς πέρα από τους δύο προαναφερθέντες θρύλους, εκείνη την ομάδα επάνδρωνε και μια πλειάδα ικανότατων παικτών. Τέσσερις από τους πέντε βασικούς τους αθλητές ανακηρύχθηκαν All-Stars εκείνη την χρονιά.
Βασική επιλογή στο άσο για τους Sixers ήταν ο Hall-of-Famer, Maurice Cheeks. Ο 27χρονος τότε point-guard (1.85 μ.), με καταγωγή από το Chicago, λάτρευε να παίζει στο ανοικτό γήπεδο, ήταν καλός οργανωτής, σκληρός αμυντικός και έχει μείνει στην ιστορία ως ένας από τους καλύτερους κλέφτες όλων των εποχών. Χαρακτηριστικό είναι το ότι μέχρι και σήμερα καταλαμβάνει την πέμπτη θέση στην λίστα για τα περισσότερα κλεψίματα στην ιστορία της λίγκας. Στην εν λόγω σεζόν πέρα από το All-Star-Game μπήκε και στην καλύτερη αμυντική πεντάδα της χρονιά. Είχε κατά μέσο όρο 12.5 πόντους, 6.9 ασίστ, 2.3 κλεψίματα (!) και 2.6 ριμπάουντ ανά παιχνίδι, σουτάροντας με 54.2% ποσοστό ευστοχίας (FG%).
Στη θέση του shooting-guard για τους Sixers ξεκινούσε ο 25χρονος τότε, Andrew Toney. Ο απόφοιτος του πανεπιστημίου της Λουιζιάνα ήταν τότε στο prime του, όντας ένας συνεπέστατος σκόρερ. Στην συγκεκριμένη σεζόν σημείωσε 19.7 πόντους, 4.5 ασίστ, 2.8 ριμπάουντ και 1 κλέψιμο το ματς, σουτάροντας με 50% ποσοστό ευστοχίας (FG%).
Το θεωρητικά τρωτό τους σημείο στην βασική τους πεντάδα ήταν η θέση του power-forwad, την οποία καταλάμβανε ο 26χρονος rookie, Marc Ivaroni. Ο απόφοιτος του πανεπιστημίου της Βιρτζίνια στην παρθενική του σεζόν στην λίγκα είχε κατά μέσο όρο 5.1 πόντους και 4.1 ριμπάουντ ανά παιχνίδι σε 20 λεπτά συμμετοχής.
Πρώτη επιλογή από τον πάγκο ήταν ο 31χρονος power-forward, Bobby Jones, γνωστός και ως "secretary of defense". Ο Jones ήταν ένα αναντικατάστατο κομμάτι εκείνου του συνόλου. Ο απόφοιτος του North Carolina μέχρι τότε είχε χριστεί πέντε φορές All-Star και σε εκείνη την σεζόν μετρούσε 9 πόντους, 4.6 ριμπάουντ, 1.9 ασίστ, μια τάπα και ένα κλέψιμο ανά ματς, σε 23.6 λεπτά συμμετοχής κατά μέσο όρο, σουτάροντας με 54.6 % ποσοστό ευστοχίας (FG%). Ήταν ένας τόσο καλός αμυντικός που σε εκείνη την σεζόν κατάφερε να συμπεριληφθεί στην καλύτερη αμυντική πεντάδα της λίγκας, παρά το γεγονός ότι ξεκινούσε από τον πάγκο (σε ολόκληρη την καριέρα του έλαβε 11 φορές την εν λόγω διάκριση -εξού και το παρατσούκλι του). Εξυπακούεται το ότι σε εκείνη την σεζόν κέρδισε και το βραβείο του "6th-Man" της χρονιάς.
Το rotation των Sixers του '83 ολοκληρωνόταν με τον Clint Richarrdson (SG) και τον Clemon Johnson, οι οποίοι έπαιρναν κάτι παραπάνω από 20 λεπτά συμμέτοχης ανά αγώνα έκαστος, έχοντας έναν άχαρο αλλά σημαντικό για την ομοιόσταση της ομάδας ρόλο. Τέλος, το ρόστερ της ομάδας έκλεινε με τους Reggie Johnson, Franklin Edwards, Russ Schoene, Earl Cureton, Mark McNamara και J.J. Anderson, οι οποίοι έπαιρναν κατά μέσο όρο λιγότερο από 20 λεπτά συμμετοχής ανά αναμέτρηση, έχοντας κατά κάποιο τρόπο περισσότερο ρόλο κομπάρσων ή εμψυχωτών.
Το rotation των Sixers του '83 ολοκληρωνόταν με τον Clint Richarrdson (SG) και τον Clemon Johnson, οι οποίοι έπαιρναν κάτι παραπάνω από 20 λεπτά συμμέτοχης ανά αγώνα έκαστος, έχοντας έναν άχαρο αλλά σημαντικό για την ομοιόσταση της ομάδας ρόλο. Τέλος, το ρόστερ της ομάδας έκλεινε με τους Reggie Johnson, Franklin Edwards, Russ Schoene, Earl Cureton, Mark McNamara και J.J. Anderson, οι οποίοι έπαιρναν κατά μέσο όρο λιγότερο από 20 λεπτά συμμετοχής ανά αναμέτρηση, έχοντας κατά κάποιο τρόπο περισσότερο ρόλο κομπάρσων ή εμψυχωτών.
Η εξόφθαλμη υπεροχή τους κατά την regural-season
Από το πρώτο tip-off μέχρι και το ύστατο άκουσμα της κόρνας της γραμματείας στην κανονική περίοδο εκείνης της χρονιάς, οι Sixers ήταν επιβλητικοί, όντας αποφασισμένοι να απαλλαγούν από την ρετσινιά των αποτυχημένων και των underachievers. Η παρέα του Dr. J. με μπροστάρη και βαρύ πυροβολικό τον Malone με περίσσια ευκολία και σχεδόν αβίαστα σκορπούσε τον τρόμο και δέος σε όλους τους αντιπάλους της. «Όταν ήμασταν υγιείς, κανένας δεν μπορούσε να μας νικήσει» έχει ομολογήσει ο ίδιος ο Erving. Ήταν αδιαπραγμάτευτα η κορυφαία ομάδα του πρωταθλήματος και είχαν πλήρη επίγνωση αυτού.
Η ομάδα της Φιλαδέλφεια χάρη στους Cheeks και Dr. J. ήταν εκπληκτική στο ανοιχτό γήπεδο, άλλα και όταν το παιχνίδι πήγαινε σε set καταστάσεις χάρη στη παρουσία του MVP μπορούσε να χτυπήσει τους εκάστοτε αντιπάλους της από το «ζωγραφιστό». Αξιοσημείωτο αποτελεί και το γεγονός ότι οι Sixers με τους Cheeks, Malone και Jones συγκροτούσαν την μισή καλύτερη αμυντική ομάδα της χρονιάς.
Κάπως έτσι κατάφεραν να βελτιώσουν ακόμη περισσότερο το ήδη εντυπωσιακό περσινό ρεκόρ τους, σημειώνοντας 65 νίκες και μόλις 17 ήττες, έχοντας το καλύτερο ρεκόρ της λίγκας. Είχαν την πέμπτη καλύτερη επίθεση (108.3 πόντοι ανά παιχνίδι) και την πέμπτη καλύτερη άμυνα (100.9 πόντοι ανά παιχνίδι) σε ολόκληρο το πρωτάθλημα και επικρατούσαν των αντιπάλων τους με μια διαφορά 7.7 πόντων κατά μέσο όρο. Με την post-season, λοιπόν, να είναι προ των πυλών, το hype και οι προσδοκίες για εκείνη την ομάδα ήταν στα ύψη. Όχι όμως σε πρωτόγνωρα ύψη, καθώς κάθε χρονιά οι 76ers διέθεταν τα εχέγγυα για να διεκδικούν το δαχτυλίδι, αλλά χωρίς να έχουν κεφαλαιοποιήσει μέχρι τότε τις δυνατότητες τους. Τα πράγματα έμελλε να αλλάξουν σε εκείνα τα playoffs...
Η παρολίγον πραγμάτωση του "Fo, fo, fo" κατά την post-season
Λίγο πριν το ξεκίνημα των playoffs ένας ρεπόρτερ ρώτησε τον Malone για το πως πίστευε πως θα τα πάει η ομάδα του στην post-season. Ο MVP με θράσος και αυθορμητισμό απάντησε το ιστορικό, βαρύγδουπο και αφοπλιστικό "fo, fo, fo", εννοώντας ότι οι Sixers θα σκούπιζαν κάθε γύρο σε τέσσερα παιχνίδια, κατακτώντας και το βαρύτιμο τρόπαιο. Δεν έπεσε πολύ έξω, καθώς η ομάδα του υπέστη μόνο μια ήττα, στους τελικούς της Ανατολής. Έτσι, το "fo, fo, fo" μετατράπηκε σε "fo, fi, fo".
Ο βασικός λόγος για τον οποίο η συγκεκριμένη ομάδα συγκαταλέγεται στις κορυφαίες της ιστορίας είναι γιατί συνάντησε εντονότατο ανταγωνισμό σε κάθε γύρο των playoffs, καταφέρνοντας όμως να υπερκεράσει κάθε εμπόδιο, φτάνοντας μέχρι και στο τέλους του δρόμου. Το ρεκόρ 12-1 στα playoffs, άλλωστε, είναι από μόνο του αποστομωτικό.
Πιο συγκεκριμένα στα ημιτελικά της Ανατολής διασταυρώθηκαν με τους New York Knicks, οι οποίοι διέθεταν ένα αξιοσέβαστο σύνολο, και πήραν την πρόκριση με συνοπτικές διαδικασίες. Στο επόμενο γύρο συναντήθηκαν με έναν όχι και τόσο βατό αντίπαλο, τους Milwaukee Bucks των Sidney Moncrief και Marques Johnson, οι οποίοι ήταν ένα παραδοσιακό power-house της εποχής. Εκείνα τα «Ελάφια» μόλις στον προηγούμενο γύρο είχαν καταφέρει να «σκουπίσουν» τους Celtics των Bird, McHale και Parish! Μέχρι τότε οι «Κέλτες» δεν είχαν ποτέ αποκλειστεί με «σκούπα» σε 30 ολόκληρα χρόνια παρουσίας τους στα playoffs! Μόνο αμελητέα ποσότητα δεν ήταν λοιπόν... Οι Sixers όμως κατάφεραν να πάρουν την πρόκριση για τους τελικούς σε 5 παιχνίδια. Στους τελικούς τους περίμεναν ήδη οι περσινοί πρωταθλητές Lakers των Magic Johnson και Kareem Abdoul-Jabbar, οι οποίοι τους είχαν στερήσει πριν λίγους μήνες την χαρά του πρωταθλήματος (1982). Οι «Λιμνάθρωποι» φάνταζαν ως τον «κρυπτονίτη» που θα έβαζε τέλος στην ξέφρενη πορεία των Sixers. Κανένας όμως δεν ήταν σε θέση να ανακόψει την πορεία τους προς το νέκταρ της επιτυχίας... Η ομάδα από την Πενσιλβανία σόκαρε ολόκληρο τον μπασκετικό πλανήτη, σκουπίζοντας τους αστραφτερούς και δημοφιλείς «Λιμνάνθρωπους», κατακτώντας για δεύτερη φορά στην ιστορία της το πολυπόθητο τίτλο του πρωταθλητή. Ο Moses Malone δήλωσε βροντερό παρόν και στους τελικούς, σημειώνοντας 25.8 πόντους, 18 ριμπάουντ, 1,5 κλέψιμο και 1,5 τάπα ανά παιχνίδι, σουτάροντας με 50.7% ποσοστό ευστοχίας, κερδίζοντας φυσικά το βραβείο του MVP των τελικών. Τα χρόνια ανομβρίας είχαν πια λάβει τέλος για τους 76ers...
Για πάντα στις καρδιές των κατοίκων της «πόλης της αδερφικής αγάπης»
H μοίρα και οι «μπασκετικοί θεοί» σίγουρα κάτι χρωστούσαν σε εκείνη την ομάδα... Εκείνη η σεζόν ήταν μια χρονιά λύτρωσης για τους 76ers και αυτή τους η επιτυχία σκόρπισε μια φρενίτιδα ενθουσιασμού σε ολόκληρη την «πόλη της αδερφικής αγάπης». Σε εκείνη την ομάδα δεν χαρίστηκε τίποτα, όλα ήταν δύσκολα. Οι Sixers όμως τα έκαναν να φαίνονται εύκολα. Κατόρθωσαν να κάνουν μια διαδρομή δια «πηρός και σιδήρου» -ειδικότερα στα playoffs- να φαντάζει με έναν υγιή περίπατο. Για όλα αυτά και πολλά περισσότερα, λοιπόν, οι 76rs του 1983 θα βρίσκονται για πάντα στις καρδιές των οπαδών της πόλης και στις μνήμες όλων των φιλάθλων της λίγκας ως μια από τις κορυφαίες ομάδες της ιστορίας.
COMMENTS