Με αφορμή την αποδέσμευση του Χαραλαμπόπουλου από τον Παναθηναϊκό, ήρθε η ώρα να δούμε τι δεν λειτουργεί σωστά στην ανάπτυξη των δικών μας ταλέντων.
Εν μέσω μίας στείρας και πεζής ειδησεογραφικής μπασκετικής καθημερινότητας, το μονοπώλιο του ενδιαφέροντος της απανταχού ελληνικής μπασκετικής κοινότητας στράφηκε στην αποδέσμευση του Χαραλαμπόπουλου από τον Παναθηναϊκό. Έτσι οι συζητήσεις για την διαχείριση και εξέλιξη των νέων ταλέντων στο καλαθοσφαιρικό γίγνεσθαι έχουν φουντώσει. Συζητήσεις που είχαν ήδη ξεκινήσει από τις... βαπτισμένες αποτυχίες των μικρών εθνικών μας ομάδων που δεν έφεραν κάποιο μετάλλιο το καλοκαίρι στη... μπασκετομάνα πατρίδα, που φέτος δεν φιλοξένησε κάποια διοργάνωση στα εδάφη της για να έχουν οι καρεκλοκένταυροι κάποιον φοβερό πόνο για την κατάκτηση της πρωτιάς. Άλλωστε, που πας ρε φιλαράκι αν δεν δείξεις στον Κρητικό ή τον Βολιώτη τι παιχταράδες βγάζει το επαναστατικό αναπτυξιακό σου πρόγραμμα...
Τέλος πάντων, δεν είναι αυτό το θέμα μας. Σε αυτό το άρθρο θέλω να επικεντρωθώ κυρίως στη δική μας νοοτροπία. Την νοοτροπία του απλού θεατή, του φιλάθλου, του οπαδού, του δημοσιογράφου, του νέου αθλητή, του παράγοντα. Τη νοοτροπία της υπερβολής, της υπερφίαλης θριαμβολογίας, του φουσκώματος από περηφάνια. Την νοοτροπία του ψωνίσματος, του «εγώ παίζω στον Παναθηναϊκό, στον Ολυμπιακό, στον Άρη, στην ΑΕΚ, στον ΠΑΟΚ». Την νοοτροπία του να πληρώνεις έναν πιτσιρικά που δεν έχει κερδίσει τίποτα ακόμη, με τριακόσια χιλιάρικα τον χρόνο, σκοτώνοντας μέσα του κάθε δίψα, κάθε κίνητρο, κάθε θέληση να αποδείξει με κόπο και δουλειά για το τι μπορεί να καταφέρει.
Μα πέρα και πάνω από όλα τα προηγούμενα, το μεγαλύτερο λάθος είναι πως οι ίδιοι οι νέοι παίκτες δεν μπορούν να καταλάβουν ποιοι είναι, τι πρέπει και τι θέλουν να κάνουν, που μπορούν να φτάσουν. Ενώ λοιπόν με τους συνομήλικούς τους μοιάζουν να είναι ανίκητοι, να κάνουν με την μπάλα στα χέρια ότι θέλουν και όπως θέλουν, όταν πρέπει να μπουν στη μάχη με τα λιοντάρια φαίνονται άψυχοι, άτολμοι δίχως πίστη στην ικανότητά τους, πράγμα το οποίο δείχνει έλλειψη. Έλλειψη δουλειάς, αυτοπεποίθησης (που πηγάζει από τη δουλειά), συγκέντρωσης και στόχου.
Α, και έλλειψη ευκαιριών... Οι ευκαιρίες, όμως, κερδίζονται, δεν μοιράζονται. Όταν καλείσαι να παίξεις σε μια ομάδα τοπ επιπέδου, τόσο σε Ευρώπη, όσο και απλά στο εσωτερικό οφείλεις να είσαι έτοιμος τεχνικά και ψυχικά και να δείχνεις κάθε μέρα το πόσο πολύ γουστάρεις αυτό που κάνεις. Έχω πολύ καιρό να δω έναν νέο Έλληνα μπασκετμπολίστα ηλικίας 18-21 χρονών που το μάτι του θα γυαλίζει όταν μπει στη μάχη με τους λύκους, στην μεγάλη αρένα, εκεί που γίνεσαι πραγματικός πρωταγωνιστής.
Ακόμη και υστερώντας κάπως σε τεχνική -πράγμα απολύτως φυσιολογικό για αυτές τις ηλικίες- αυτό που θα κάνει κάποιον να ξεχωρίσει είναι η δίψα του για να διακριθεί. Λίγα χρόνια πριν η κατάσταση ήταν πολύ καλύτερη. Ακόμη και τα παιδιά στη γενιά του 2009 (Παπανικολάου, Σλούκας, Παππάς κτλ) που μπορεί να μην έχουν καταφέρει ακόμη κάτι με το εθνόσημο σε ανδρικό επίπεδο, όταν πήραν την ευκαιρία τους έδειξαν χαρακτήρα και παίζοντας σε ομάδες ιστορικές (Άρης, Πανιώνιος) κατάφεραν να κερδίσουν τη θέση τους στην ευρωπαϊκή ελίτ. Τα τελευταία χρόνια οι μόνοι που έχουν δείξει αυτήν την σπίθα στο μάτι, ανεξάρτητα της χαοτικής διαφοράς επιπέδου μεταξύ των δύο είναι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο και ο Παπαπέτρου.
Μιλάμε για ένα διάστημα έξι - επτά χρόνων που το μόνο που έχει να δείξει το ελληνικό μπάσκετ σαν νέα προϊόντα είναι ένας super star του NBA που δεν είναι ουσιαστικά προϊόν του αναπτυξιακού μας προγράμματος, αλλά της διορατικότητας μερικών ανθρώπων στον Φιλαθλητικό και τους Bucks. Αλλά και ένας άλλος εξαιρετικά αθλητικός και χρήσιμος για τις ομάδες του στο κορυφαίο διασυλλογικό επίπεδο ρολίστας, που έχει την όρεξη στα 24 του να βγει μετά από μία εξαετία μπροστά ως βασικό βιολί σε μία ομάδα.
Καταλαβαίνουμε πως το αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό. Εντάξει, κατανοώ από τη μία πως είμαστε μία μικρή χώρα που δεν είναι δυνατόν να βγάζει κάθε χρόνο Σπανούληδες, Διαμαντήδηδες και... Αντετοκούνμπους, αλλά εμείς κοντεύουμε να χάσουμε το τρένο. Τα νέα παιδιά σήμερα οφείλουν να καταλάβουν πως δεν είναι τόσο εύκολο όσο φαίνεται. Κυρίως, όμως, οφείλουν να καταλάβουν πως παίκτες σαν τον Γιάννη ή σαν τον πιο καινούργιο στα αυτιά μας Doncic είναι φαινόμενα, βγαίνουν μια στο τόσο. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως και αυτά τα δύο φαινόμενα χρειάστηκε να ξοδέψουν απεριόριστες ώρες στα γήπεδα για να εξελιχθούν, να δυναμώσουν, να πάνε ένα, δύο, τρία και πολλά παραπάνω βήματα από τους υπόλοιπους συνομηλίκους τους. Όσο στενάχωρο και αν είναι για εμάς και για πολλά παιδιά εκεί έξω: Γιάννης και Doncic δεν γίνεσαι, αλλά γεννιέσαι (χωρίς αυτό να αναιρεί τη δουλειά που έριξαν και ρίχνουν και οι δυο τους).
Κάπου εδώ, λοιπόν, μου γίνεται όλο και πιο καθαρό αυτό που είχα στο μυαλό μου. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός πως η ελληνική αθλητική κοινωνία στο σύνολό της έχει εθισμό στην ανακάλυψη ηρώων, μύθων και θαυμάτων που δίχως καμία χρονοβόρα διαδικασία, με ελάχιστο κόπο θα φέρουν τα πάνω κάτω και θα μιλούν για αυτούς σε όλο τον κόσμο. Πράγμα αδύνατο, ηλίθιο, ουτοπικό. Πράγμα που ξεκινά από τις οικογένειες των νέων «υπεραθλητών» και διαιωνίζεται από τα media και την ανάγκη τους να υπερεκθέτουν αυτά τα παιδιά, οδηγώντας τα τελικά να παρεκκλίνουν από το στόχο τους, που όπως είπα και πριν αμφιβάλλω πολύ αν υπάρχει για πολλά από αυτά. Αν υπάρχει, όμως, αμφιβάλλω ξανά για το αν είναι καθαρός στο μυαλό τους ή αν απλά τους αρκεί η περιστασιακή επιτυχία, η ολιγοήμερη δόξα του καλοκαιριού και η φήμη στο σχολείο και στην τοπική κοινότητα.
Σε αυτό το ολίγον τι άναρχο κείμενο που διαβάζετε, το νόημα είναι να δούμε πως το μεγαλύτερο λάθος μας είναι η έλλειψη μυαλού, υπομονής και θέλησης. Με μία φράση, η έλλειψη αθλητικής παιδείας και σωστής νοοτροπίας και όσο περνούν τα χρόνια πιστεύω πως η κατάσταση θα γίνεται όλο και χειρότερη και θα συνεχίσουμε να βγάζουμε παίκτες που δεν θα ξέρουν ούτε τα βασικά, θα φοβούνται να πάρουν την όποια πρωτοβουλία μέσα στο γήπεδο και θα μένουν απαθείς μπροστά στις εξελίξεις του παιχνιδιού. Μήπως σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά; Ε, ας μην ξεχνάμε πως ο αθλητισμός αποτελεί μικρογραφία της κοινωνίας μας...
ΥΓ1: Γίνεται η συζήτηση που είπαμε και παραπάνω για τον Χαραλαμπόπουλο. Μου φαίνεται εξαιρετικά περίεργο που ο Παναθηναϊκός τον διώχνει τόσο εύκολα, τόσο ανώδυνα. Είναι ιδιαιτέρως παράξενο μια ομάδα που έχει επενδύσει χρήματα και όνειρα σε έναν παίκτη από τα μικράτα του να τον αφήνει να αποχωρήσει σαν να είναι ο τελευταίος... νεροκουβαλητής της. Και πιστέψτε με, δεν μου ακούγεται καθόλου πειστική αυτή η καραμέλα περί μεγάλου συμβολαίου. Δηλαδή θέλετε να μου πείτε πως αν ο Παναθηναϊκός, μια ομάδα με όλη αυτή την ιστορία και το know how στο μπάσκετ παρά τα όποια αρνητικά και λάθη των τελευταίων χρόνων, έβλεπε έστω το οτιδήποτε, είχε μια ελπίδα για αυτό το τεράστιο προ πενταετίας project του θα το τέλειωνε τόσο ήσυχα; Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε ήταν η διαδικασία... Ούτε καν λόγος για μείωση αποδοχών και επαναπροσδιορισμός του σχεδιασμού για την ανάπτυξη του παίκτη. Ο Χαραλαμπόπουλος είναι στα 21 και δεν έχει αποφασίσει ούτε ο ίδιος σε ποιά θέση θέλει να παίζει για να δουλέψει πάνω σε ταχύτητα ή δύναμη αντίστοιχα.
ΥΓ2: Τον Θ. Αντετοκούνμπο δεν τον ανέφερα στα προϊόντα του ελληνικού αθλητισμού των τελευταίων χρόνων και αυτό γιατί είναι λίγο μεγαλύτερος από τις ηλικίες που προσεγγίσαμε. Δεν χωρά καμία αμφιβολία για το πάθος και την δίψα που έχει για καθιέρωση στην ελίτ του ελληνικού μπάσκετ.
ΥΓ3: Ο Ντούντα δεν θα ήταν ιδανικός για υπεύθυνος του εθνικού αναπτυξιακού μας προγράμματος, εφόσον και ο ίδιος το επιθυμεί;
ΥΓ3: Ταπούτος, Διαμαντόπουλος, Χρυσικόπουλος, Μποχωρίδης και τώρα Χαραλαμπόπουλος. Ένα - ένα τα μεγάλα projects του ελληνικού μπάσκετ κατεδαφίζονται με τα χρόνια και για αυτό δεν φταίει μόνο ο Βασιλακόπουλος...
ΥΓ4: Πριν ένα χρόνο λέγαμε αυτά, εδώ στο Badbasket.
Μιλάμε για ένα διάστημα έξι - επτά χρόνων που το μόνο που έχει να δείξει το ελληνικό μπάσκετ σαν νέα προϊόντα είναι ένας super star του NBA που δεν είναι ουσιαστικά προϊόν του αναπτυξιακού μας προγράμματος, αλλά της διορατικότητας μερικών ανθρώπων στον Φιλαθλητικό και τους Bucks. Αλλά και ένας άλλος εξαιρετικά αθλητικός και χρήσιμος για τις ομάδες του στο κορυφαίο διασυλλογικό επίπεδο ρολίστας, που έχει την όρεξη στα 24 του να βγει μετά από μία εξαετία μπροστά ως βασικό βιολί σε μία ομάδα.
Καταλαβαίνουμε πως το αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό. Εντάξει, κατανοώ από τη μία πως είμαστε μία μικρή χώρα που δεν είναι δυνατόν να βγάζει κάθε χρόνο Σπανούληδες, Διαμαντήδηδες και... Αντετοκούνμπους, αλλά εμείς κοντεύουμε να χάσουμε το τρένο. Τα νέα παιδιά σήμερα οφείλουν να καταλάβουν πως δεν είναι τόσο εύκολο όσο φαίνεται. Κυρίως, όμως, οφείλουν να καταλάβουν πως παίκτες σαν τον Γιάννη ή σαν τον πιο καινούργιο στα αυτιά μας Doncic είναι φαινόμενα, βγαίνουν μια στο τόσο. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως και αυτά τα δύο φαινόμενα χρειάστηκε να ξοδέψουν απεριόριστες ώρες στα γήπεδα για να εξελιχθούν, να δυναμώσουν, να πάνε ένα, δύο, τρία και πολλά παραπάνω βήματα από τους υπόλοιπους συνομηλίκους τους. Όσο στενάχωρο και αν είναι για εμάς και για πολλά παιδιά εκεί έξω: Γιάννης και Doncic δεν γίνεσαι, αλλά γεννιέσαι (χωρίς αυτό να αναιρεί τη δουλειά που έριξαν και ρίχνουν και οι δυο τους).
Κάπου εδώ, λοιπόν, μου γίνεται όλο και πιο καθαρό αυτό που είχα στο μυαλό μου. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός πως η ελληνική αθλητική κοινωνία στο σύνολό της έχει εθισμό στην ανακάλυψη ηρώων, μύθων και θαυμάτων που δίχως καμία χρονοβόρα διαδικασία, με ελάχιστο κόπο θα φέρουν τα πάνω κάτω και θα μιλούν για αυτούς σε όλο τον κόσμο. Πράγμα αδύνατο, ηλίθιο, ουτοπικό. Πράγμα που ξεκινά από τις οικογένειες των νέων «υπεραθλητών» και διαιωνίζεται από τα media και την ανάγκη τους να υπερεκθέτουν αυτά τα παιδιά, οδηγώντας τα τελικά να παρεκκλίνουν από το στόχο τους, που όπως είπα και πριν αμφιβάλλω πολύ αν υπάρχει για πολλά από αυτά. Αν υπάρχει, όμως, αμφιβάλλω ξανά για το αν είναι καθαρός στο μυαλό τους ή αν απλά τους αρκεί η περιστασιακή επιτυχία, η ολιγοήμερη δόξα του καλοκαιριού και η φήμη στο σχολείο και στην τοπική κοινότητα.
Σε αυτό το ολίγον τι άναρχο κείμενο που διαβάζετε, το νόημα είναι να δούμε πως το μεγαλύτερο λάθος μας είναι η έλλειψη μυαλού, υπομονής και θέλησης. Με μία φράση, η έλλειψη αθλητικής παιδείας και σωστής νοοτροπίας και όσο περνούν τα χρόνια πιστεύω πως η κατάσταση θα γίνεται όλο και χειρότερη και θα συνεχίσουμε να βγάζουμε παίκτες που δεν θα ξέρουν ούτε τα βασικά, θα φοβούνται να πάρουν την όποια πρωτοβουλία μέσα στο γήπεδο και θα μένουν απαθείς μπροστά στις εξελίξεις του παιχνιδιού. Μήπως σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά; Ε, ας μην ξεχνάμε πως ο αθλητισμός αποτελεί μικρογραφία της κοινωνίας μας...
ΥΓ1: Γίνεται η συζήτηση που είπαμε και παραπάνω για τον Χαραλαμπόπουλο. Μου φαίνεται εξαιρετικά περίεργο που ο Παναθηναϊκός τον διώχνει τόσο εύκολα, τόσο ανώδυνα. Είναι ιδιαιτέρως παράξενο μια ομάδα που έχει επενδύσει χρήματα και όνειρα σε έναν παίκτη από τα μικράτα του να τον αφήνει να αποχωρήσει σαν να είναι ο τελευταίος... νεροκουβαλητής της. Και πιστέψτε με, δεν μου ακούγεται καθόλου πειστική αυτή η καραμέλα περί μεγάλου συμβολαίου. Δηλαδή θέλετε να μου πείτε πως αν ο Παναθηναϊκός, μια ομάδα με όλη αυτή την ιστορία και το know how στο μπάσκετ παρά τα όποια αρνητικά και λάθη των τελευταίων χρόνων, έβλεπε έστω το οτιδήποτε, είχε μια ελπίδα για αυτό το τεράστιο προ πενταετίας project του θα το τέλειωνε τόσο ήσυχα; Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε ήταν η διαδικασία... Ούτε καν λόγος για μείωση αποδοχών και επαναπροσδιορισμός του σχεδιασμού για την ανάπτυξη του παίκτη. Ο Χαραλαμπόπουλος είναι στα 21 και δεν έχει αποφασίσει ούτε ο ίδιος σε ποιά θέση θέλει να παίζει για να δουλέψει πάνω σε ταχύτητα ή δύναμη αντίστοιχα.
ΥΓ2: Τον Θ. Αντετοκούνμπο δεν τον ανέφερα στα προϊόντα του ελληνικού αθλητισμού των τελευταίων χρόνων και αυτό γιατί είναι λίγο μεγαλύτερος από τις ηλικίες που προσεγγίσαμε. Δεν χωρά καμία αμφιβολία για το πάθος και την δίψα που έχει για καθιέρωση στην ελίτ του ελληνικού μπάσκετ.
ΥΓ3: Ο Ντούντα δεν θα ήταν ιδανικός για υπεύθυνος του εθνικού αναπτυξιακού μας προγράμματος, εφόσον και ο ίδιος το επιθυμεί;
ΥΓ3: Ταπούτος, Διαμαντόπουλος, Χρυσικόπουλος, Μποχωρίδης και τώρα Χαραλαμπόπουλος. Ένα - ένα τα μεγάλα projects του ελληνικού μπάσκετ κατεδαφίζονται με τα χρόνια και για αυτό δεν φταίει μόνο ο Βασιλακόπουλος...
ΥΓ4: Πριν ένα χρόνο λέγαμε αυτά, εδώ στο Badbasket.
COMMENTS